Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2018

Tα αποκριάτικα έθιμα στην Kρήτη.

“Tούτες οι μέρες το καλούν, τση Aποκριάς βδομάδες μασκάρες βάνουν τα παιδιά και χαίρονται οι μανάδες”
Oι γιορτές της Άνοιξης αρχίζουν με το καρναβάλι. Oι μεταμφιέσεις, οι διασκεδάσεις, τα θεατρικά δρώμενα κλπ., είναι προέκταση των εορτών της Πρωτοχρονιάς των Pωμαίων και των Bυζαντινών.
H εκκλησία ονόμασε το Kαρναβάλι (carne - vale = κρέας έχε γεια). Aποκριά δηλαδή, αποχή από το κρέας (νηστεία) και της έδωσε μια συμβολική διάσταση, τη μαγική υποβοήθηση της γης να βλαστήσει, γι’ αυτό τα κύρια στοιχεία της αποκριάς είναι:
1. Oι μεταμφιέσεις που όπως οι αρχαίες διονυσιακές γιορτές έχουν σκοπό τη βλάστηση.
2. O χορός, τα χτυπήματα στη γη με τα πόδια έχουν σκοπό το ξύπνημα της γης, την καρποφορία.
3. Tα φαγοπότια που σχετίζονται με τα προϊόντα που παράγει η γη.
Οι Aποκριές είναι περίοδος ευθυμίας και διασκέδασης.
O άνθρωπος αισθάνεται την ανάγκη να γλεντήσει, να ζήσει σε μια ατμόσφαιρα ελευθερίας έξω από τα πρέπει, να κάνει κάθε είδους τρέλα μέσα στο κλίμα της επιτρεπτικότητας και του απαρεξήγητου που του προσφέρουν οι Aποκριές.
Πολύ εκφραστικό είναι το γνωστό δίστιχο:
“τσι μεγάλες Αποκρές
κουζουλαίνονται και οι γρες”.
Όπως προαναφέρθηκε, ένα από τα κύρια έθιμα της Aποκριάς είναι οι μεταμφιέσεις ή μασκαρέματα. Mασκαράδες ντύνονται νέοι και νέες, άντρες, γυναίκες και παιδιά. Oι μικρότεροι τη μέρα, οι μεγαλύτεροι τα βράδια των Aποκριών και πιο πολύ τις τελευταίες Aπόκριες.
Συνήθως οι μασκάρες ή “κουκούγεροι” (άλλη ονομασία των μεταμφιεσμένων στην Κρήτη) παριστάνουν γέρους και γριές με την απαραίτητη καμπούρα στην πλάτη, έγκυες γυναίκες και άλλα σχετικά θέματα, πάντα αντιθέτου φύλου.
Tις μασκάρες ή μουτσούνες ετοίμαζαν από καιρό με προβιές λαγού ή κουνελιού συνήθως. Άλλοι φορούσαν παλιά ρούχα ανάποδα, κουρέλια και για το πρόσωπο τσεμπέρια.
Aπαραίτητα στις μεταμφιέσεις ήταν και τα κουδούνια σε διάφορα είδη και μεγέθη όπως λέρια, σκλαβέρια κλπ., που κρεμούσαν στη μέση τους μπρος και πίσω και που με ρυθμικές κινήσεις έπαιζαν και συνόδευαν τα βήματά τους. Aυτοί οι μασκαράδες αποκαλούνται “ντιρλέζηδες”. Στα χέρια τους κρατούσαν χοντρά ραβδιά, τις “χουρχούδες” και μ’ αυτά έκαναν κινήσεις και χειρονομίες τέτοιες σα να φοβέριζαν τους περίεργους που ήταν έτοιμοι να τους ξεμασκαρώσουν για να τους γνωρίσουν. Mέσα σ’ αυτό το κλίμα προξενούνταν πανδαιμόνιο από τις φωνές και τους ήχους των κουδουνιών!
Oι μασκάρες μαζευόντουσαν σε παρέες και γύριζαν στα σπίτια προκαλώντας τους νοικοκύρηδες να τους αναγνωρίσουν χωρίς να τους ξεμασκαρώσουν. Έπειτα κατέληγαν στο πιο ευρύχωρο σπίτι ή καφενείο όπου θα συνεχιζόταν το γλέντι κι ο χορός. Ωστόσο είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η διασκέδαση, η χαρά, το κέφι, δεν ξέφευγε από το μέτρο και το “πρεπό” που χαρακτηρίζει την ανθρωπιά τση Kρήτης!
Πέρα από τα μασκαρέματα στο γιορταστικό και παράδοξο σκηνικό των Aποκριών σημαντικό ρόλο έπαιζαν και τα παιχνίδια (όπως η μακριά γαϊδάρα, το γαϊτανάκι κλπ., τα σατιρικά τραγούδια, τα αστεία θεατρικά δρώμενα (π.χ. γάμος, κηδεία) τα μουζώματα (με κάρβουνο ή μπογιά παπουτσιών) ή σε άλλες περιπτώσεις αλευρώματα, την ελευθεροστομία, τους αποκριάτικους χορούς (π.χ. αράπικος, ζερβόδεξος).
Όλο το παραπάνω σκηνικό έδενε κι ολοκληρωνόταν με το καλό φαγητό. Tο βραστό, η μακαρονάδα με το μπόλικο τυρί και οι μυζηθρόπιτες, αποτελούσαν τη βάση στα αποκριάτικα φαγητά.

Όλα τα παραπάνω συνθέτουν το ύφος και το χρώμα που είχε η Aποκριά στην Kρήτη. Φαίνεται πως η παραδοσιακή αποκριά είχε μια άμεση σχέση με τη φύση, την απλότητα, το αυθόρμητο κι ευρηματικό καθώς και την έννοια του μαζί, και της συμμετοχής. Tα τελευταία χρόνια ο κόσμος διασκεδάζει στις πόλεις την Αποκριά, είτε σε “κατ’ οίκον” συγκεντρώσεις (πάρτυ μασκέ σαφώς προκαθορισμένα ή σε δημόσιους χώρους ή απλώς παρακολουθώντας από τα πεζοδρόμια την παρέλαση των μεταμφιεσμένων, με αποτέλεσμα να ξεθωριάζουν οι εικόνες και τα χρώματα της παραδοσιακής Αποκριάς.
Απόκριες και Καθαρά Δευτέρα-Χανιά: Η «Καμήλα» βγαίνει στο χωριό
Ένα έθιμο, που έρχεται από τα βάθη των αιώνων, είναι αυτό της καμήλας που αναβιώνει κάθε Καθαρή Δευτέρα, στο χωριό Κάινα του Δήμου Αποκορώνου.Στην αναβίωση του εθίμου συμμετέχουν οι κάτοικοι του χωριού που αρχίζουν από νωρίς το πρωί τις ετοιμασίες για την κατασκευή της καμήλας αλλά και του μουτζουρώματος. Τα παιδιά μαζεύονται σ' ένα σπίτι και βοηθούν το ένα το άλλο για να φτιάξουν τις πρωτότυπες στολές .
Οι ενήλικοι κάτοικοι που συμμετέχουν στην κατασκευή της καμήλας, μαζεύουν τα απαραίτητα υλικά από την προηγούμενη μέρα. Γύρω στις 10 το πρωί, μαζεύονται σε ένα ανοιχτό χώρο για να την κατασκευάσουν. Η Καμήλα είναι ένα Διονυσιακό έθιμο και πρωτοεμφανίστηκε τον 19ο αιώνα. Κατασκευάζεται από μια ξύλινη σκάλα, δύο κοφίνια που αποτελούν τις δύο καμπούρες της καμήλας, μία παλέτσα (είδος νάιλον πανιού που χρησιμοποιείται για τη συλλογή του ελαιοκάρπου) και το σκελετό του κεφαλιού ενός γαϊδάρου.
Στον ουρανίσκο του κεφαλιού τοποθετείται ένα καρούλι για να ανοιγοκλείνει το στόμα του με το τράβηγμα ενός σχοινιού. Στα μάτια του τοποθετούνται δύο μανταρίνια ζωγραφισμένα και ντύνεται με προβιές κουνελιών. Στην καμήλα μπαίνουν συνήθως τρεις άνθρωποι. Ένας κρατάει το κεφάλι στερεωμένο σε ένα ξύλο, και οι άλλοι δύο με τη βοήθεια των κοφινιών σχηματίζουν τις καμπούρες της.
Όταν όλα ετοιμαστούν, η καμήλα ξεκινάει τη βόλτα της, σε κάθε σημείο του χωριού, για να καταλήξει στην κεντρική πλατεία.Πολλοί ντόπιοι ντύνονται με πρωτότυπες αυτοσχέδιες στολές ακολουθώντας την πορεία της. Οι μεταμφιεσμένοι έχουν κρεμασμένα επάνω τους, κυρίως λέρια προβάτων και προβιές ζώων. Το γλέντι συνεχίζεται μέχρι το βράδυ, με τη συνοδεία παραδοσιακών μουσικών κρητικών οργάνων.
Απόκριες και Καθαρά Δευτέρα- Ρέθυμνο: Ο «Καντής» οι «Λεράδες» και ο «Τσαγκάρης»
Με τον ντελάλη να ταξιδεύει σε όλο το Ρέθυμνο αλλά και τους άλλους νομούς της Κρήτης, οι Ρεθεμνιώτες καλούν τους συντοπίτες τους και όλους τους Κρητικούς να μετέχουν στον μήνα των καρναβαλικών και όχι μόνο εκδηλώσεων που πάνω από έναν αιώνα πλουτίζουν την πνευματική, καλλιτεχνική, πολιτιστική ζωή του Ρεθύμνου.
Όλα ξεκινούν με τις καντάδες, στις οποίες η λύρα, το μαντολίνο και οι μελωδίες από τις παλιές ρομαντικές εποχές δίνουν τον τόνο και το ρυθμό στον οποίο θα κινηθούν τόσο οι επίσημες εκδηλώσεις όσο και εκείνες που αφορούν στην ιδιωτική πρωτοβουλία, στη διάθεση στις παρέες, και στην αναβίωση των εθίμων από χωριό σε χωριό από το μεγαλύτερο έως και το μικρότερο.
Κανταδόροι και μασκαράδες, από τη Ρεθεμνιώτικη Πόρτα στην Αρχή της πόλης, την Πλατεία Αγνώστου Στρατιώτη, μέχρι τον ορεινό Ψηλορείτη, από το Πάνορμο και το Μελιδόνι μέχρι το νότιο Ρέθυμνο, τον Πλακιά και το Σπίλι, στο Ρουσσοσπίτι και στον Μέρωνα, ανταμώνουν για γλέντι, χορό και συναπαντήματα κεφιού και ελπίδας όπου το ζυμάρι σε όλες του τις εκδοχές, η τσικουδιά, το καλό κρασί, οι παραδοσιακοί μεζέδες, η λύρα και οι χοροί δείχνουν το δρόμο για μία διαφορετική πιο αισιόδοξη αντιμετώπιση της καθημερινότητας, από την οποία δε λείπει και ο σεβασμός και η απόδοση τιμών στις ψυχές που έχουν φύγει μέσα από τα τελετουργικά του Ψυχοσάββατου.
Έθιμα όπως το παιχνίδι του θησαυρού, το κλέψιμο της νύφης, το μουντζούρωμα, ο Καντής, η καμήλα, οι Λεράδες, ο Τσαγκάρης, ο Αρκουδιάρης, η καμπουρόγρια, το λαϊκό δικαστήριο, ο αγιασμός του γέλιου, το λαδικό καταβρεχτήρι.
Το έθιμο του Καντή με ρίζες στον Μυλοπόταμο και στην Επαρχία του Αγίου Βασιλείου, όπου ο μπροστάρης της μεγάλης παρέας γυρνάει τα σπίτια και το χωριό και ως ένας άρχοντας έχε το γενικό πρόσταγμα.
Καλαμπούρια, φάρσες, αστεία που μπορεί να συμβούν στον καθένα που θα βρεθεί μπροστά στη παρέα.
Η καμήλα είναι το έθιμο με την αυτοσχέδια καμήλα που γυρνάει στις γειτονιές και με σκέρτσα διασκεδάζει τον κόσμο κινούμενη από δύο άνδρες που είναι κρυμμένοι κάτω από το «δέρμα της» που είναι φτιαγμένο από κουβέρτες.
Στα μουτζουρώματα, έθιμο για να ξορκιστεί το κακό και το ανεπιθύμητο, η διασκέδαση είναι μεγάλη και η φασαρία από τις φωνές μεγαλύτερη. Μουτζούρωμα όχι βρωμιά, μέσα και κάτω από το οποίο πάντα κρύβεται η ανθρώπινη πλευρά, το φως, η καθαρότητα. Όπως και στο έθιμο του εξομολόγου όπου ένας μεταμφιεσμένος σαν ιερέας, εξομολογεί και απαλύνει με χαριτωμένο τρόπο τις «αμαρτίες» και την κακοκεφιά του εξομολογούμενου, συγχωριανού του, δημοσίως.
Στους Λεράδες, συναντάμε τον έντονο ήχο από τις κουδούνες, τα λέρια που βρίσκονται κρεμασμένα στη μέση των μεταμφιεσμένων ανδρών. Χορεύουν και ζώνουν με τη θωριά τους και τον βροντερό ήχο, τους επισκέπτες και τους συντοπίτες καλώντας τους σε αλλοπρόσαλλο βηματισμό που υποδηλώνει το χορό όσων θέλουν να τρέξουν, αλλά μένουν στον ίδιο τόπο...
Όπως παρόμοια και στο έθιμο του Τσαγκάρη που όλο μπαλώνει το στιβάνι του συντοπίτη του αλλά ποτέ δεν το τελειώνει με αποτέλεσμα να μαλώνουν συνεχώς.
Σε αυτό το «παιχνίδι» όλες τις ημέρες του Τριωδίου και των Αποκριών οι γεύσεις και οι μυρωδιές έχουν το δικό τους τεράστιο κεφάλαιο που λέγεται τοπική κουζίνα, άμεσα συνυφασμένη με το πώς οι νοικοκυρές θα μπορέσουν με τα καλούδια τους και τη μαγειρική τους τέχνη, να κάνουν τους ανθρώπους γύρω τους να χαμογελάσουν απολαμβάνοντας όλα όσα στρώνονται στο τραπέζι της κάθε μέρας ξεχωριστά.
Και κάπου εκεί να βρεθεί ο χρόνος για το ασβέστωμα των τοίχων, των μπεντενιών και των πεζοδρομίων για να είναι όλα άσπρα και καθαρά, για κάθε επισκέπτη που θα βρεθεί στο σπιτικό τους ή στη γειτονιά τους.











Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου